Διαλογος με τον Δημητρη Πικιωνη

Η γη τούτη (η Αττική γη) κείτεται τώρα ως το πριν όμορφο σώμα ενός θεϊκού πλάσματοςόπου κατατρώγει τις σάρκες του η αρρώστια.Και αν είχε μιλιά- και έχει, αλλά δεν την ακούμε- θα έλεγε:«Δείλαιοι και αμαθείς και βάρβαροι τι κάνετε; Τι αφανίζετε; Δεν ξέρετε ότι είμαι η μητέρα και η τροφός, το λίκνο, η κοιτίδα, η μήτρα της περασμένης δόξας και της μελλούμενης; Μάταια θαυμάζετε τα μνημεία που έστησαν κάποτε τα παιδιά μου.Δεν ξέρατε πως είναι σαρξ εκ της σαρκός μου, και πως όταν η Μορφή μου αφανισθεί, η δικά τους θα χάσει το νόημα της; Τι εκάνατε την Ελευσίνα; Τι εκάνατε τον Ιλισό και τον Κηφισό, τα δυο αγιάσματα μου; Εβάλατε μέσα τους υπονόμους σας, ρίξατε τα νερά των εικονοστασίων σας. Δεν βλέπω πια βωμούς θεών πάνω εις τα όρη μου και τους λόφους, πάρεξ τα γραφεία και τις μηχανές των εταιρειών σας. Εκείνοι ήταν σημάδι λατρείας. Σε σας δεν απόμεινε παρά η κατώτερη μορφή της σχέσης με τη Φύση: η εκμετάλλευση.Έτσι καταστρέψατε την πρώτη, σεπτή κορυφή της Ακρόπολης μου, το Λυκαβηττό, τους έλικες που σχημάτιζε το περίγραμμα τουΠου είναι ο Κολωνός, τα κράτιστα γας έπαυλα;Που οι σπηλιές και τα θρόνια του Πανός…»…Μα τι όφελος, η ύβρις μένει. Τίποτα πια δεν μπορεί να την απαλείψει, θα μείνει εις τον αιώνα.
Τρισμέγιστη είναι η ενοχή μας. Και όχι μόνο απέναντι του εαυτού μας, μα έναντι της μνήμης των περασμένων, έναντι του μέλλοντος και έναντι όλων των λαών της οικουμένης.
Μα οι ανάγκες; Θα μου πείτε. Εκείνοι που βάζουν αυτό το ερώτημα ξέρουν πολύ καλά ότι δεν είναι η αδήριτη χρεία, αυτή καθαυτή, η αιτία της καταστροφής. Η αιτία έγκειται στον τρόπο που ανεχθήκαμε να θεραπευτεί αυτή η χρεία.
Δημήτρης Πικιώνης (1887- 1968). Αρχιτέκτων, ζωγράφος, μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2011

στο περιθώριο της συγκίνησης του Ανδρέα Πετρουλάκη

Στο περιθώριο της συγκίνησης
του Ανδρέα Πετρουλάκη
30-8-2011
http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.article&id=8554

Αγωνιστής. Συνεπής. Έντιμος. Οι βολικές λέξεις των επικηδείων. Και της υποκρισίας. Που θα περισσέψει πάλι αύριο, στην κηδεία, όπως είχε συμβεί και στις πρώτες δηλώσεις που ακολούθησαν την αναγγελία του θανάτου του Λεωνίδα Κύρκου. Οι λέξεις, αυτές και μερικές ακόμα, που επιτρέπουν και στους παρείσακτους να χωρέσουν στο κάδρο του αποχαιρετισμού του νεκρού. Να καρπωθούν λίγη από την συγκίνηση του θανάτου, που ως υπαρξιακό μέγεθος των ανθρώπινων, δεν αντέχει ρωγμές. Ίσως να μην μπορεί να γίνει διαφορετικά. Κάπως έτσι πάντως “ο νεκρός δεδικαίωται”. Ή, όπως στην περίπτωσή μας, αδικείται.

Νομίζω ότι σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις προτιμώ την τακτική του ΚΚΕ. Συλλυπητήρια στους οικείους. Ούτε φόρτιση, ούτε επίθετα, ούτε αγωνιώδης προσπάθεια ανεύρεσης κοινών τόπων στην ασύμπτωτη και συγκρουσιακή κατά το μεγαλύτερο μέρος της πολιτική διαδρομή του καθενός. Πραγματικά θα ήθελα να συμβαίνει αυτό και με τους υπόλοιπους. Από την κορυφή της πολιτειακής ιεραρχίας μέχρι τις παρυφές της, που όλοι είχαν έναν λόγο ταύτισης και συναντίληψης με τον νεκρό.

Με τον Κάρολο Παπούλια ο Κύρκος δεν πρέπει να είχε απολύτως τίποτα κοινό. Στο μεγαλύτερο κομμάτι του κόμματος που κυβερνά το όνομά του ήταν συνώνυμο του διώκτη του ιδρυτή του. Η ηγετική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας συμπυκνώνει τον δεξιό λαϊκισμό και εθνικισμό που τον εύρισκε πάντα απέναντι. Ας μη μιλήσουμε για το Λάος. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σίγουρο ότι του επεφύλαξε την τελευταία πολιτική πίκρα. Τι μένει; Η Δημοκρατική Αριστερά, λίγες νησίδες στα απομεινάρια του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ, οι παλιοί  αγαπημένοι του  Ρηγάδες και λίγοι ακόμα, οι περισσότεροι ανένταχτοι. Θα έπρεπε  να ειπωθεί αυτή η αλήθεια. Ο Κύρκος, που αύριο θα ενώσει τους πάντες στο ξόδι του, πέθανε πολιτικά απομονωμένος.
Θα μου πείτε είναι ψέμα ότι κέρδισε τον σεβασμό όλων των αντιπάλων; Καθόλου. Αλλά είναι η μισή αλήθεια και νομίζω η λιγότερο σπουδαία. Γιατί περισσότερο από  πολιτικός της συνεννόησης υπήρξε πολιτικός της σύγκρουσης. Της άνισης και πρώιμης σύγκρουσης με τους ισχυρούς κάθε εποχής και κόντρα στο ρεύμα. Με τους Γερμανούς κατακτητές, με τη σιδερένια μεταπολεμική δεξιά, 
με την μεγάλη πλειοψηφία των συντρόφων του, του ΚΚΕ, με το αντιευρωπαϊκό ΠΑΣΟΚ της μεταπολίτευσης, με το πελατειακό και διεφθαρμένο κομμάτι που εξέθρεψε το κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ, με την πάνδημη εθνικιστική λαίλαπα για το όνομα της Μακεδονίας.  Σχεδόν πάντα ανήκε στον πυρήνα μιας ισχνής μειοψηφίας που λοιδορείτο και συνήθως δικαιωνόταν από τον χρόνο. Και για αυτά τα σημαντικά που δεν δικαιώθηκε είχε την παρρησία να κάνει ωμή αυτοκριτική. Αυτά δεν θα πουν αύριο. Αυτά θα αφήσουν στον βολικό ιστορικό του μέλλοντος.
Ο Λεωνίδας Κύρκος δεν ήταν ένας καλός άνθρωπος που πέθανε. Ήταν πάνω από όλα ένας ακατάβλητος και πύρινος πολιτικός που κάτι μου λέει ότι θα ήθελε αυτήν την ώρα να ακουστούν αιχμηρές πολιτικές αλήθειες για την Οδύσσεια της διαδρομής και όχι κλισέ ομονοούσας συγκίνησης. Ότι τη συγκίνηση θα την ήθελε μόνο από τους συντρόφους του, από τους αντιπάλους του θα ήθελε το μέτρο, και από κάποιους να μην εμφανιστούν καθόλου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου